Sadece LitRes`te okuyun

Kitap dosya olarak indirilemez ancak uygulamamız üzerinden veya online olarak web sitemizden okunabilir.

Kitabı oku: «Αθηναίων Πολιτεία», sayfa 6

Yazı tipi:

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΕ'.
ΚΥΒΕΡΝΗΣΙΣ ΤΩΝ ΔΕΚΑ. – ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

Μετά δε ταύτα ότε οι από της Φυλής εκυρίευσαν την Μουνυχίαν και ενίκησαν εις μάχην τους μετά των τριάκοντα εκστρατεύσαντας εναντίον αυτών, οι εκ της πόλεως επιστρέψαντες μετά την συμπλοκήν εντός της πόλεως και συναθροισθέντες την επομένην ημέραν εις την αγοράν, τους μεν τριάκοντα καθήρεσαν από την εξουσίαν, εκλέγουν δε εκ των πολιτών δέκα αναθέτοντες εις αυτούς απόλυτον εξουσίαν διά την κατάλυσιν του πολέμου· ούτοι δε παραλαβόντες την κυβέρνησιν της πόλεως δεν έκαμναν μεν εκείνα, διά τα οποία εξελέγησαν, έστειλαν δε εις την Λακεδαίμονα μήνυμα ζητούντες βοήθειαν και διά να δανεισθούν χρήματα. Επειδή δε οι πολίται δυσηρεστούντο δι' αυτά, εκείνοι (οι δέκα άρχοντες) φοβούμενοι μη εκδιωχθούν από την εξουσίαν και θέλοντες να καταπλήξουν τους άλλους, το οποίον και συνέβη, συλλαβόντες τον Δημάρατον, ένα εκ των επιφανών πολιτών εφόνευσαν αυτόν και κατείχον την κυβέρνησιν ασφαλώς, με την βοήθειαν και του Καλλιβίου και των υπαρχόντων εις την πόλιν Πελοποννησίων (147) και μερικών εκ της τάξεως των ιππέων· προς τούτοις· διότι κυρίως εκ των πολιτών της τάξεως αυτής μερικοί εφρόντιζαν επιμόνως να μη επιστρέφουν εις την πόλιν οι ευρισκόμενοι εις το φρούριον της Φυλής.

Ότε δε ούτοι, οι τον Πειραιά και την Μουνυχίαν έχοντες, επειδή όλος ο λαός απεστάτησε προς αυτούς, υπερίσχυον εις τον πόλεμον, τότε καθαιρέσαντες τους δέκα τους πρώτους εκλεγέντας, άλλους εξέλεξαν δέκα, εκείνους οι οποίοι επιστεύετο ότι ήσαν οι άριστοι· και επί της κυβερνήσεως τούτων επετεύχθη να γίνη η συνδιαλλαγή (148) των πολιτών και επανήλθεν εις την πόλιν ο λαός χάρις εις την συνδρομήν και προθυμίαν όλων· προεξήρχε δε αυτών κυρίως Ρίνων ο Παιανιεύς και Φαύλος ο Αχερδούσιος· διότι ούτοι πριν να φθάση ο Παυσανίας έστειλαν προς συνεννόησιν εις τους μένοντας εις τον Πειραιά και όταν εκείνος ήλθε συνειργάσθησαν με αυτόν προθύμως διά την επιστροφήν των πολιτών εις τον δήμον.

Διότι την ειρήνην και την συνδιαλλαγήν έφερεν εις πέρας ο Παυσανίας, ο βασιλεύς των Λακεδαιμονίων, ομού με τους δέκα συνδιαλλακτάς, τους ελθόντας ύστερον από την Λακεδαίμονα, τους οποίους αυτός επειγόντως εζήτησε να έλθουν. Οι δε περί τον Ρίνωνα και διά την ευνοϊκήν υπέρ του λαού πολιτικήν των επηνέθησαν και αναλαβόντες την διοίκησιν εις καιρόν ολιγαρχίας, έδοσαν λογοδοσίαν εις καιρόν δημοκρατίας και κανείς διά τίποτε δεν κατήγγειλεν αυτούς ούτε εκ των πολιτών όσοι είχαν μείνη εις την πόλιν, ούτε εκ των πολιτών όσοι είχαν επανέλθη από τον Πειραιά, αλλά διά ταύτα και στρατηγός εξελέγη ευθύς έπειτα ο Ρίνων.

Έγιναν δε αι συμφιλιώσεις επί της αρχοντίας του Ευκλείδου (149) κατά τας εξής συνθήκας:

Όσοι εκ των Αθηναίων των μεινάντων εις την πόλιν ήθελαν να εγκατασταθώσιν έξω απ' αυτήν (150) , ούτοι να κατοικήσουν εις την Ελευσίνα διατηρούντες όλα τα πολιτικά των δικαιώματα και έχοντες αυτοτέλειαν και αυτοδιοίκησιν ως προς τον εαυτόν τους και λαμβάνοντες τα εισοδήματα των περιουσιών των (151). Το δε ιερόν της Ελευσίνος να είναι κοινόν και εις τους δύο, να έχουν δε την επιμέλειαν αυτού οι Κήρυκες και οι Ευμολπίδαι (152) σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα. Να μη επιτρέπεται δε μήτε εις τους εκ της Ελευσίνος να πηγαίνουν εις την πόλιν μήτε εις τους εκ της πόλεως να πηγαίνουν εις την Ελευσίνα πλην εις τας ημέρας της τελέσεως των (Ελευσινίων) μυστηρίων. Να καταβάλλουν δε οι Ελευσίνιοι την υποχρεωτικήν εισφοράν από των εισοδημάτων αυτών εις το συμμαχικόν ταμείον ακριβώς όπως οι άλλοι Αθηναίοι (153). Εάν δέ τινες των αποχωρούντων της πόλεως γίνωνται ιδιοκτήται οικίας εις την Ελευσίνα, πρέπει να συμφωνούν προς τούτο με τον πρότερον ιδιοκτήτην· εάν δε δεν μένουν σύμφωνοι μεταξύ τους να εκλέγη καθένας των τρεις εκτιμητάς και την τιμήν την οποίαν ούτοι θα ώριζαν, αυτή να καταβάλλεται. Από δε τους Ελευσινίους σύνοικοι (των νέων εγκαταστάτων) να μένουν μόνον εκείνοι τους οποίους αυτοί (οι εγκατάστατοι) θα ήθελαν. Η δε απογραφή διά τους θέλοντας να κατοικήσουν έξω της πόλεως να γίνη ως προς μεν τους διαμένοντας εις την πόλιν εντός δέκα ημερών, αφ' ότου ήθελον δώση τον όρκον (της τοιαύτης συμφωνίας) και η εκ της πόλεως έξοδος εντός είκοσι ημερών, ως προς δε τους απόντας, αφ' ότου ήθελον επιστρέψη εις την πόλιν κατά τας αυτάς προθεσμίας. Να μη επιτρέπεται δε ν' αναλάβη κανέν διοικητικόν εις την πόλιν αξίωμα ο κατοικών εις την Ελευσίνα, πριν ή δι' απογραφής δηλώση πάλιν ότι θα κατοικήση εις την πόλιν. Αι δε δίκαι διά φόνον να γίνωνται κατά τα πατροπαράδοτα, εάν τις ιδιοχείρως ήθελε φονεύση ή τραυματίση τινά. Διά δε τα περασμένα να μη επιτρέπεται ουδείς εναντίον ουδενός να διατηρή έχθραν εκτός προς τους τριάκοντα και τους δέκα και τους ένδεκα και τους κυριεύσαντας τον Πειραιά, ούτε δε προς αυτούς ακόμη εάν ήθελον προσέλθη και δώση λογοδοσίαν· λογοδοσίαν δε να δίδουν οι μεν καταλαβόντες τον Πειραιά εις τους εν Πειραιεί κατοίκους, οι δε κυβερνήσαντες εις την πόλιν ενώπιον των εχόντων δικαιοδοσίαν διορισμού, εις πολιτικά αξιώματα (154). Κατόπιν μετά την τοιαύτην διαδικασίαν να δύνανται όσοι απ' αυτούς θέλουν να εγκατασταθώσιν έξω της πόλεως. Τα δε χρήματα τα οποία αι δύο πολιτικαί μερίδες εδανείσθησαν εις τον πόλεμον καθεμία ν' αποδώση χωριστά.

Ότε δε έγιναν τοιαύται αι συμφωνίαι συνδιαλλαγής και επειδή εφοβούντο όσοι μετά των τριάκοντα συνεπολέμησαν και πολλοί είχον μεν κατά νουν να εγκατασταθούν έξω της πόλεως, ανέβαλλαν δε την προς τούτο γραπτήν δήλωσιν εις τας τελευταίας της προθεσμίας ημέρας, όπως όλοι συνηθίζουν να κάμνουν, ο Αρχίνος αντιληφθείς ότι ούτοι ήσαν πολλοί και θέλων να τους εμποδίση αφήρεσε τας τελευταίας ημέρας της εγγράφου δηλώσεως (155) , ώστε πολλοί ομού να εξαναγκασθούν να μείνουν παρά την θέλησίν των έως ου έλαβαν θάρρος. Και φαίνεται ότι και εις τούτο καλώς επολιτεύθη ο Αρχίνος και μετά ταύτα καταγγείλας ως παρά τον νόμον προτεινόμενον (156) το ψήφισμα του Θρασυβούλου, διά του οποίου παρείχοντο πολιτικά δικαιώματα εις όλους τους εκ Πειραιώς επανελθόντας, εκ των οποίων μερικοί αναντιρρήτως ήσαν δούλοι, και τρίτον όταν τις ήρχισε να εκδηλώνη έχθραν εναντίον των επανελθόντων, οδηγήσας διά της βίας αυτόν ενώπιον της βουλής και πείσας (τους βουλευτάς) να καταδικάσουν αυτόν εις θάνατον χωρίς δίκην, λέγων ότι εις την περίστασιν αυτήν θα δείξουν αν πράγματι θέλουν να σώσουν την δημοκρατίαν και να μείνουν πιστοί εις τους όρκους· διότι, αν μεν αθωώσουν αυτόν, θα παρακινήσωσιν (εις ομοίαν παρεκτροπήν) και άλλους, εάν δε τον θανατώσουν, θα δώσουν παράδειγμα εις όλους· το οποίον και συνέβη· διότι με το να θανατωθή αυτός κανένας ποτέ πλέον δεν εφανέρωσεν εχθροπάθειαν κατόπιν. Αλλά απεναντίας φαίνονται οι Αθηναίοι (τότε) ότι καλλίτερα και πολιτικώτερα από κάθε άλλον λαόν και ιδιαιτέρως και από κοινού επολιτεύθησαν απέναντι των προηγουμένων συμφορών διότι δεν εξήλειψαν μόνον τας αμοιβαίας αιτιάσεις περί των πρότερον γενομένων, αλλά και εις τους Λακεδαιμονίους απέδωσαν από κοινού τα χρήματα, τα οποία οι τριάκοντα έλαβαν διά τον πόλεμον, ενώ αι συνθήκαι ώριζαν καθεμία εκ των δύο μερίδων ν' αποδώση τα δανεισθέντα χωριστά, και οι εκ της πόλεως και οι εκ του Πειραιώς, φρονούντες ότι τούτο πρώτον έπρεπε προ παντός να επικρατήση, η ομόνοια· εις δε τας άλλας πόλεις όχι μόνον από τα ιδικά των δεν δίδουν οι επικρατήσαντες και ιδρύσαντες ούτω δημοκρατικόν πολίτευμα, αλλά προβαίνουσι και εις νέαν διανομήν της γης (157). Συνεφιλιώθησαν δε τελειωτικώς και με τους εγκατασταθέντας εις την Ελευσίνα, το τρίτον έτος μετά την εκεί εγκατάστασιν επί της αρχοντίας του Ξενενέτου.

Ταύτα μεν λοιπόν συνέβη να γίνωσιν εις τους μετέπειτα χρόνους· τότε δε, δημοκρατική μερίς (ο λαός) γενομένη κυρία των πραγμάτων εγκατέστησε την υπάρχουσαν τώρα πολιτείαν επί της αρχοντίας μεν του Πυθοδώρου, κατά την κοινήν δε γνώμην δικαίως ο λαός ανέλαβε την διοίκησιν της πολιτείας, διά τον λόγον ότι αφ' εαυτού (ο λαός) επετέλεσε την επάνοδον αυτού εις την πόλιν.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΣΤ'.
ΑΝΑΚΕΦΑΛΑΙΩΣΙΣ

Ήτο δε κατ' αριθμητικήν τάξιν ενδεκάτη η μεταβολή του πολιτεύματος αυτή (158). Διότι πρώτη μεν πολιτική οργάνωσις αρχήθεν έγινεν η του Ίωνος και εκείνων οι οποίοι μετ' αυτού εκατοίκησαν (εις την Αττικήν). Διότι τότε διά πρώτην φοράν κατενεμήθησαν εις τας τέσσαρας φυλάς αναμεταξύ των και καθίδρυσαν τους φυλοβασιλείς. Δευτέρα δε και πρώτη κατόπιν ταύτης κυρίως έχουσα μορφήν πολιτεύματος είναι η γενομένη επί Θησέως, έχουσα μικράν τινα παρέκκλισιν από του βασιλικού πολιτεύματος. Ύστερα δε απ' αυτήν (έρχεται) η επί της εποχής του Δράκοντος, ότε και διά πρώτην φοράν συνέταξαν γραπτούς νόμους (159). Τρίτη δε είναι η μετά την στάσιν, η επί της εποχής του Σόλωνος, από της οποίας έγινεν αρχή δημοκρατίας. Τετάρτη δε είναι η τυραννίς (το πολίτευμα των τυράννων) επί Πεισιστράτου. Πέμπτη δε η μετά την κατάλυσιν των τυράννων, η επί της εποχής του Κλεισθένους, έχουσα δημοκρατικώτερον χαρακτήρα παρά η του Σόλωνος. Έκτη δε είναι η μετά τους Μηδικούς πολέμους, οπότε την επίβλεψιν του πολιτεύματος είχεν η εξ Αρείου Πάγου βουλή. Εβδόμη δε και μετά ταύτην είναι εκείνη την οποίαν και ο Αριστείδης μεν υπέδειξεν, επραγματοποίησε δε ο Εφιάλτης με την κατάργησιν της εξουσίας του Αρείου Πάγου· κατά την οποίαν συνέβησαν και πολλά σφάλματα της πόλεως ως προς την ηγεμονίαν της θαλάσσης εξ αιτίας των δημαγωγών. Ογδόη δε υπήρξεν η πολιτική κατάστασις των τετρακοσίων. Και κατόπιν αυτής ενάτη η δημοκρατία πάλιν. Δεκάτη δε υπήρξεν η των τριάκοντα και η των δέκα τυραννική εξουσία. Ενδεκάτη δε η μετά την κάθοδον εκ Φυλής και εκ Πειραιώς, από της οποίας απορρέει το πολίτευμα έως τώρα, ολοένα πλειότερον παρέχουσα την εξουσίαν εις το πλήθος.

Διότι όλων των πολιτικών πραγμάτων κύριον έκαμεν ο λαός τον εαυτόν του και όλα διοικούνται διά ψηφισμάτων και διά δικαστηρίων, εις τα οποία η λαϊκή τάξις έχει την υπεροχήν. Διότι και η νομοθετική δικαιοδοσία της βουλής μετεφέρθη εις την συνέλευσιν του λαού (160) · και τούτο φαίνεται ότι ορθώς (οι Αθηναίοι) πράττουσι· διότι πλέον εύκολα διαφθείρονται οι ολίγοι παρά οι πολλοί διά της παροχής κέρδους ή χαρίτων.

Παροχήν δε μισθού εις τους συνερχομένους εις εκκλησίαν του δήμου κατ' αρχάς μεν απεφάσισαν να μη κάμουν επειδή δε δεν συνηθροίζοντο εις την εκκλησίαν, αλλ' υπήρχεν ανάγκη να σοφίζωνται πολλά οι πρυτάνεις διά να συναθροίζεται το πλήθος το επαρκούν διά να είναι έγκυρος η δι' ανυψώσεως των χειρών ψηφοφορία (161) , πρώτον μεν ο Αγύρριος παρέσχεν ένα οβολόν (ως μισθόν εκάστου προσερχομένου), μετά δε τούτον ο Ηρακλείδης ο Κλαζομένιος (162) , ο επονομαζόμενος βασιλεύς παρέσχε δύο οβολούς, πάλιν δε ο Αγύρριος τριώβολον.

ΚΕΦΑΛΑΙΟN ΙΖ'.
ΕΓΓΡΑΦΗ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΩΝ – ΕΦΗΒΙΑ (163)

Η σημερινή δε κατάστασις της πολιτείας είναι κατά τον εξής τρόπον:

Μετέχουσι μεν των πολιτικών δικαιωμάτων όσοι έχουν γεννηθή από αμφοτέρους τους γονείς των πολίτας· εγγράφονται δε εις τον κατάλογον των δημοτών όταν έχουν ηλικίαν δεκαοκτώ ετών. Όταν δε εγγράφωνται ούτοι, ψηφίζουν περί αυτών οι ήδη δημόται ενόρκως, πρώτον μεν εάν πιστεύουν ότι έχουν την υπό του νόμου οριζομένην ηλικίαν, και αν δεν γίνη πιστευτόν ότι έχουν αυτήν, επιστρέφουν εις την τάξιν των παίδων· δεύτερον δε εάν καθένας απ' αυτούς είναι και έχη γεννηθή ελεύθερος σύμφωνα με τον νόμον έπειτα δε εάν μεν δώσουν αρνητικήν ψήφον (164) , ότι δηλαδή δεν είναι ένας ελεύθερος, αυτός μεν εφεσιβάλλει (165) την απόφασιν εις το δικαστήριον, οι δε δημόται εκλέγουν πέντε εξ αυτών άνδρας ίνα υποστηρίξουν την κατηγορίαν, και αν μεν δεν γίνη δεκτόν ότι έχει δίκαιον να εγγραφή πολίτης, πωλεί αυτόν η πόλις (ως δούλον)· αν δε κερδήση την δίκην (166) αναγκαστικώς εγγράφουν αυτόν (εις το μητρώον των πολιτών) οι δημόται. Μετά δε ταύτα εξελέγχει (167) τον κατάλογον των εγγραφέντων η βουλή και, αν κανείς εξ αυτών λογισθή τότε νεώτερος των δεκαοκτώ ετών, επιβάλλει (η βουλή) πρόστιμον (168) εις τους πολίτας, οι οποίοι τον ενέγραψαν. Όταν δε υποστώσι τον τοιούτον έλεγχον οι έφηβοι, τότε κατά φυλάς συναθροισθέντες οι πατέρες των εκλέγουν κατόπιν ορκωμοσίας τρεις εκ καθεμιάς φυλής (169) έχοντας ηλικίαν άνω των τεσσαράκοντα ετών, εκείνους τους οποίους ήθελαν κρίνη ως τους καλλιτέρους και πλέον καταλλήλους διά να αναλάβωσι την επίβλεψιν των εφήβων, εξ αυτών δε ο δήμος εκλέγει διά χειροτονίας ένα από κάθε φυλήν ως σωφρονιστήν και κοσμητήν επί όλων εν γένει (170). Παραλαβόντες δε ούτοι όλους ομού τους εφήβους, πρώτον μεν περιέρχονται μετ' αυτών τα ιερά (171) , έπειτα μεταβαίνουν μαζί τους εις Πειραιά και τους εγκαθιστώσιν φρουρούς άλλους μεν εις την Μουνυχίαν, άλλους δε εις την Ακτήν. Εκλέγει δε διά χειροτονίας ο δήμος και δύο παιδαγωγούς δι' αυτούς και διδασκάλους, οι οποίοι τους διδάσκουν να οπλομαχώσι, να τοξεύωσι, ν' ακοντίζωσι και να χειρίζωνται τον καταπέλτην (172) .

Δίδει δε η πολιτεία και διά τροφήν εις μεν τους σωφρονιστάς μίαν δραχμήν εις καθένα, εις δε τους εφήβους τέσσαρας οβολούς εις καθένα. Ο δε σωφρονιστής λαμβάνων τα χρήματα τα προωρισμένα διά τους εφήβους της ιδικής του φυλής ο καθένας, αγοράζει τα αναγκαιούντα εις όλους από κοινού (διότι έχουν συσσίτιον κατά φυλάς) και φροντίζει αυτός δι' όλα τα άλλα.

Και το μεν πρώτον έτος τοιουτοτρόπως διάγουν· το δε επόμενον έτος, όταν γίνη εκκλησία (173) του δήμου εις το θέατρον, επιδείξαντες οι έφηβοι ενώπιον του δήμου την εξάσκησιν αυτών εις τα στρατιωτικά (174) και παρά της πόλεως λαβόντες ασπίδα και δόρυ καθίστανται φύλακες περίπολοι εις την χώραν και μένουσιν ως σκοποί εις τα φρούρια. Υπηρετούσι δε ως φρουροί κατά τα δύο έτη φορούντες χλαμύδας και είναι καθ' όλα αφορολόγητοι· και ούτε ενάγουσιν ούτε ενάγονται εις τα δικαστήρια (175) , διά να μη υπάρχη πρόφασις απουσίας, εκτός εάν πρόκειται περί κληρονομικής υποθέσεως και περί επικλήρου, η εάν λόγω καταγωγής ανατεθή εις κανένα εξ αυτών ιερατικόν αξίωμα. Όταν δε περάσουν τα δύο έτη, προσέρχονται πλέον εις την τάξιν όλων των άλλων πολιτών.

Τα μεν λοιπόν αφορώντα εις την εγγραφήν των πολιτών και εις τους εφήβους τοιουτοτρόπως έχουσι.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΗ'.
ΒΟΥΛΗ ΚΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΥ

Όλα δε τα αξιώματα, τα αναγόμενα εις την συνήθη διοίκησιν παρέχονται διά κλήρου, εκτός του ταμίου των στρατιωτικών και των ταμιών διά τα θεωρικά χρήματα και του επιμελητού των κρηνών της υδρεύσεως. Εις δε τα αξιώματα ταύτα διορίζουσι ψηφοφορούντες διά χειροτονίας και οι χειροτονηθέντες άρχοντες είναι από της εορτής των Παναθηναίων έως την επομένην εορτήν των Παναθηναίων. Διά χειροτονίας δε εκλέγουν και όλους τους διά τον πόλεμον άρχοντας.

Η δε βουλή απαρτίζεται διά κλήρου εκ πεντακοσίων πενήντα από κάθε φυλήν. Έχει δε την πρυτανείαν (176) , ιδιαιτέρως κάθε φυλή κατά σειράν όπως ήθελον έλθη διά κλήρου, αι μεν πρώται τέσσαρες, τριάντα έξ ημέρας η καθεμία, αι δε κατόπιν έξ, τριάντα πέντε ημέρας η καθεμία. Διότι το έτος υπολογίζουν σεληνιακόν. Εκείνοι δε εξ αυτών οι οποίοι είναι πρυτάνεις πρώτον μεν συντηρούνται διά συσσιτίου (παρεχομένου υπό της πόλεως) εις την Θόλον, (177) μισθοδοτούμενοι υπό της πόλεως, δεύτερον δε είναι επιφορτισμένοι να προσκαλώσιν εις συνέλευσιν την βουλήν και τον λαόν· την μεν βουλήν κάθε ημέραν, εκτός εάν είναι ημέρα εορτής, τον δε λαόν τέσσαρας φοράς εις καθεμίαν πρυτανείαν. Και όσα πρέπει να συζητήση η βουλή και ό,τι ειδικώς εις καθεμίαν ημέραν και πού να συνέλθη, ούτοι (οι πρυτάνεις) τα προδιορίζουν· προδιορίζουν δε ούτοι και τας συνελεύσεις του λαού· μιαν μεν συνέλευσιν κυρίαν κατά την οποίαν είναι ωρισμένον να αποφαίνωνται διά χειροτονίας ως προς την κυβέρνησιν, εάν δηλαδή καλώς κυβερνά, και να συσκέπτωνται διά τον σιτισμόν και διά την φρούρησιν της χώρας· και τας μηνύσεις διά πολιτικά εγκλήματα (178) την ημέραν εκείνην οφείλουν να κάμνουν οι θέλοντες και αι απογραφαί των δημευομένων κτημάτων (179) πρέπει να αναγινώσκωνται και αι λογοδοσίαι επί κληρονομικών υποθέσεων και επί της διαχειρίσεως κληρονομικών περιουσιών γυναικών ανυπάνδρων, (180) διά να μη διαφεύγη την γνώσιν κανενός τίποτε απροστάτευτον (181). Εις τον καιρόν δε της έκτης πρυτανείας ομού με τα ειρημένα (η συνέλευσις του λαού) διά χειροτονίας ψηφίζει περί της οστρακοφορίας (182) , εάν πρέπη να ενεργηθή τοιαύτη ή μη, και περί επιβολής ποινών περιουσιακών (183) εις συκοφάντας Αθηναίους και μετοίκους, έως τρεις από καθεμίαν εκ των δύο τούτων τάξεων (184) , και περί κατηγορίας εναντίον τινός, ο οποίος τυχόν υπεσχέθη τι εις τον δήμον και δεν το εξετέλεσεν. Άλλη δε συνέλευσις είναι διά τας αιτήσεις, εις την οποίαν υποβάλλει αίτησιν οποίος θέλει δι' όσα τυχόν θέλει και ιδιωτικής και δημοσίας φύσεως να ομιλήση προς τον δήμον (185). Αι δε δύο άλλαι πρυτανικοί συνελεύσεις είναι περί των άλλων δημοσίων υποθέσεων· εις αυτάς δε ορίζουσιν οι νόμοι να συζητούνται εις καθεμίαν τρία μεν ζητήματα αφορώντα εις τα ιερά, τρία δε αφορώντα εις αποστολάς κηρύκων και πρεσβείας και τρία αφορώντα εις τα όσια (186). Συζητούσι δε και αποφασίζουσι κάποτε χωρίς να προηγηθή διά χειροτονίας ψηφοφορία περί εισαγωγής του ζητήματος (187). Παρουσιάζονται δε και οι κήρυκες εις τους πρυτάνεις πρώτον (188) · και οι φέροντες (προς τον δήμον Αθηναίων) επιστολάς εις τούτους τας επιδίδουσιν (189) .

Υπάρχει δε επόπτης (αρχηγός) των πρυτάνεων (190) ένας διά κλήρου εκλεγόμενος· αυτός δε εποπτεύει νύκτα και ημέραν και δεν επιτρέπεται ούτε διά περισσότερον καιρόν ούτε δύο φοράς να χρηματίση ο ίδιος. Φυλάττει δε ούτος και τας κλείδας των ιερών κτιρίων, όπου υπάρχουν τα χρήματα και τα έγγραφα της πόλεως, και την δημοσίαν σφραγίδα· και αυτός να μένη εις την Θόλον είναι επιβεβλημένον καθώς και τρεις ακόμη των πρυτάνεων, εκείνοι τους οποίους αυτός ήθελεν ορίση. Και όταν συγκαλέσουν οι πρυτάνεις την βουλήν ή τον δήμον, ούτος διά κλήρου ορίζει εννέα προέδρους, ένα από κάθε φυλήν, πλην εκείνης η οποία έχει την πρυτανείαν, και εκ των εννέα τούτων ένα επόπτην, και παραδίδει εις αυτούς το πρόγραμμα (της ημερησίας διατάξεως) διά την συνέλευσιν· αυτοί δε παραλαβόντες το πρόγραμμα και διά την τήρησιν της τάξεως φροντίζουν και υποβάλλουν τα ζητήματα επί των οποίων θα γίνη συζήτησις και αποφαίνονται διά το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας διά χειροτονίας και όλα τα άλλα διοικούσι και εξουσίαν έχουν να διαλύσουν την συνέλευσιν. Και να είναι τις επόπτης δεν επιτρέπεται παρά μίαν φοράν το έτος, να γίνη δε πρόεδρος (μιας φυλής) επιτρέπεται μίαν φοράν εις κάθε πρυτανείαν.

Διενεργούσι δε (οι πρυτάνεις) και αρχαιρεσίας στρατηγών και αρχηγών του ιππικού και των άλλων πολεμικών αξιωμάτων υπό της συνελεύσεως του δήμου σύμφωνα με τας εν αυτή αποφάσεις του λαού. Διενεργούσι δε τας αρχαιρεσίας οι μετά την έκτην πρυτανείαν πρυτανεύοντες, εκείνοι επί της αρχής των οποίων οι οιωνοί θα εφαίνοντο ευνοϊκοί προς τούτο (191). Είναι δε ανάγκη να προηγηθή προκαταταρκτική της βουλής απόφασις (192) και περί τούτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ ΙΘ'.
ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Η δε βουλή εις προγενεστέραν εποχήν είχεν εξουσίαν και χρηματικήν ποινήν να επιβάλη και δεσμά και θάνατον (193) · και ότε αυτή έφερεν εις τον δήμιον κάποιον Λυσίμαχον, ο οποίος εκάθητο ήδη επί του εδωλίου της θανατικής εκτελέσεως και επρόκειτο να φονευθή, ο Ευμηλίδης ο εκ του δήμου Αλωπεκής απέσπασεν αυτόν λέγων ότι κανείς δεν πρέπει χωρίς δικαστικήν διαδικασίαν (194) να θανατώνεται· και με το να γίνη ούτω δίκη ενώπιον του δικαστηρίου ο μεν Λυσίμαχος απηλλάγη (195) και έλαβε παρωνύμιον «ο από του τυπάνου» (196) , ο δε δήμος αφήρεσεν από την βουλήν το δικαίωμα του να καταδικάζη εις θάνατον και εις δεσμά και εις χρηματικήν ποινήν και έκαμεν νόμον ότι: αν η βουλή καταδικάση τινά ως υποπεσόντα εις αδίκημα ή του επιβάλλη πρόστιμον, τας τοιαύτας καταδίκας και χρηματικάς ποινάς να υποβάλλουν προς έγκρισιν οι θεσμοθέται εις το δικαστήριον και ό,τι οι δικασταί ήθελαν ψηφίση, τούτο να έχη οριστικήν ισχύν (197) .

Κρίνει δε η βουλή τα της διαχειρίσεως των αξιωμάτων, των περισσοτέρων, κυρίως δε των αφορώντων εις χρηματικήν διαχείρισιν· η απόφασις δε αυτής δεν είναι τελεσίδικος, αλλά υπόκειται εις έφεσιν προ του δικαστηρίου. Έχουν δε δικαίωμα και οι ιδιώται να υποβάλουν καταγγελίαν εναντίον οιασδήποτε αρχής ήθελον, ότι δεν ασκείται νομίμως· έφεσις δε και επί τούτων χωρεί εις το δικαστήριον, εάν η βουλή ήθελε καταδικάση.

Ενεργεί δε και τον έλεγχον (198) των βουλευτών οι οποίοι κατά το επόμενον έτος θ' ασκήσωσι το βουλευτικόν αξίωμα, προς δε και των εννέα αρχόντων. Και πρότερον μεν είχεν εξουσίαν να αποκλείση (τινά εκ των αξιωμάτων τούτων), τώρα δε και ως προς αυτά χωρεί έφεσις εις το δικαστήριον.

Ως προς ταύτα μεν λοιπόν δεν έχει εξουσίαν ν' αποφασίζη τελεσιδίκως η βουλή (199). Αποφασίζει δε προηγουμένως (200) περί των ζητημάτων, τα οποία θα υποβληθούν εις την κρίσιν της εκκλησίας του δήμου και δεν επιτρέπεται τίποτε μη προεψηφισμένον υπό της βουλής ουδέ καν ό,τι ήθελον υποβάλη προς συζήτησιν γραπτώς οι πρυτάνεις να ψηφίση η εκκλησία του δήμου· διότι ακριβώς ως προς αυτά κατ' αυτόν τον τρόπον ο επιτυχών τοιαύτην υπό του δήμου ψήφισιν καθίσταται ένοχος παρανόμου υποβολής νομοσχεδίου. (201)

Έχει δε η βουλή και την επιμέλειαν των ναυπηγημένων πλοίων και των σκευών και των ναυστάθμων και ενεργεί την ναυπήγησιν νέων τριήρεων και τετρήρεων (202) , όποιον εκ των δύο τούτων ειδών (πολεμικών πλοίων) διά χειροτονίας αποφασίση ο δήμος και σκεύη δι' αυτά και ναυστάθμους (203) · διά χειροτονίας δε ο λαός ορίζει αρχιτέκτονας διά τα πλοία. Αν δε δεν παραδώσουν ταύτα τελείως ναυπηγημένα εις την νέαν βουλήν, δεν επιτρέπεται να λάβωσιν αυτοί (οι παλαιοί βουλευταί) την επί τούτω παρεχομένην δωρεάν διότι οι βουλευταί της μετέπειτα βουλής την λαμβάνουν. Κατασκευάζει δε τας τριήρεις εκλέγουσα δέκα άνδρας εκ του βουλευτικού σώματος τριηροποιούς. Έχει δε την επίβλεψιν και των δημοσίων κτιρίων όλων και, αν νομίση ότι αδικεί τις τα δημόσια, καταγγέλλει αυτόν εις τον δήμον και, όταν τον καταδικάση ο δήμος, παραπέμπει αυτόν εις το δικαστήριον.

Μετέχει δε της διοικήσεως και των άλλων αρχών ως προς τα πλείστα. Διότι πρώτον μεν οι ταμίαι της Αθηνάς είναι μεν δέκα, κληρώνεται δε ένας από κάθε φυλήν εκ της τάξεως των πεντακοσιομεδίμνων σύμφωνα με τον νόμον του Σόλωνος (διότι ακόμη έχει κύρος ο νόμος), γίνεται δε άρχων ο κληρωθείς ακόμη και αν είναι πολύ πτωχός. Παραλαμβάνουν δε και το άγαλμα της Αθηνάς και τας Νίκας (204) και τα άλλα κειμήλια και τα χρήματα ενώπιον της βουλής.

Υπάρχουν ακόμη οι δέκα πωληταί, διά κλήρου δε λαμβάνονται ένας από κάθε φυλήν· παρέχουν δε εις μίσθωσιν ούτοι όλα τα μισθώματα και πωλούσι τα μέταλλα και τους παρεχομένους εις μίσθωσιν φόρους, (συνεργαζόμενοι προς τούτο) με τον ταμίαν των στρατιωτικών χρημάτων και με τους εκλεγομένους ταμίας του θεωρικού χρήματος, ενεργούντες τας μισθώσεις ενώπιον της βουλής και κατακυρούσιν εις όποιον η βουλή ήθελε ψηφίση· ομοίως και τα προς πώλησιν μέταλλα και τα διά κατεργασίαν και τα πωλούμενα (προς εξόρυξιν από της γης) διά τρία έτη (205) και τα παρεχόμενα εις μίσθωσιν (206) διά.. έτη. Και τας περιουσίας των καταδικαζομένων υπό του Αρείου Πάγου και των άλλων (του Δημοσίου χρεωστών) πωλούσιν ενώπιον της βουλής, κάμνουν δε την κατακύρωσιν της πωλήσεως οι εννέα άρχοντες. Και τους φόρους τους μισθουμένους (εις ιδιώτας) ετησίως, αναγράφοντες εις ασπρισμένους πίνακας (207) και τον μισθωτήν και όσα έχει μισθώση, παραδίδουν εις την βουλήν. Αναγράφουν δε εις δέκα πίνακας χωριστά μεν εκείνους οι οποίοι υποχρεούνται να καταβάλλουν (φόρον) εις καθεμίαν πρυτανείαν, χωριστά δε εκείνους οι οποίοι υποχρεούνται να καταβάλουν τρις φοράς το έτος, συντάσσοντες πίνακας κατά την καταβολήν του καθενός, χωριστά δε καταγράφουν εκείνους όσοι υποχρεούνται να καταβάλλουν επί της ενάτης πρυτανείας (208). Καταχωρίζουσι δε εις πίνακας και τα κτήματα και τας οικίας, όσα έχουν απογραφή και πωληθή δικαστικώς. Διότι και ταύτα πωλούσιν αυτοί. Υποχρεούται δε ο αγοραστής των μεν οικιών εντός πέντε ετών να καταβάλη το τίμημα, των δε κτημάτων εντός δέκα ετών. Πληρώνουν δε αυτά επί της ενάτης πρυτανείας.

Καταθέτει δε και ο άρχων βασιλεύς τας μισθώσεις των κτημάτων των ανηκόντων εις ιερά καθιδρύματα (209) , αναγράφων αυτάς εις ασπρισμένους πίνακας. Είναι δε και τούτων η μίσθωσις διά δέκα έτη, πληρώνεται δε επί της ενάτης πρυτανείας· διό και πολλά χρήματα εισπράττονται επί της πρυτανείας αυτής.

Κατατίθενται μεν λοιπόν εις την βουλήν οι πίνακες περιέχοντες καθεμίαν καταβολήν κατά τάξιν, φυλάττει δε αυτούς ο δημόσιος δούλος· όταν δε έρχεται η προθεσμία πληρωμής χρημάτων, παραδίδει αυτούς τους ιδίους πίνακας εις τους αποδέκτας, αφού τους ξεκρεμάση από τα επιστύλια, εκείνους δηλαδή τους πίνακας των οποίων τα χρήματα είναι πληρωτέα την ιδίαν αυτήν ημέραν και αποσβεστέα. Οι δε άλλοι πίνακες (οφειλών προς το Δημόσιον) μένουν χωριστά αποτεθειμένοι διά να μη προαποσβεσθούν.

Είναι δε αποδέκται (210) δέκα, κληρωμένοι κατά φυλάς· ούτοι δε παραλαμβάνοντες τους πίνακας απαλείφουν τα καταβαλλόμενα χρήματα ενώπιον της βουλής εις το βουλευτήριον και πάλιν αποδίδουν τους πίνακας εις τον δημόσιον δούλον· και αν κανείς δεν πληρώση εκεί (ενώπιον της βουλής) σημειούται επί του πίνακος και υποχρεούται να καταβάλη διπλάσιον το καθυστερούμενον ή να φυλακισθή· και τα ούτω οφειλόμενα έχει εξουσίαν η βουλή να εισπράττη και προς τούτο να φυλακίζη κατά τους νόμους. Την μεν πρώτην ημέραν της πρυτανείας δέχονται τας πληρωμάς και διανέμουν (τα εισπραττόμενα ποσά) εις τας αρχάς της πόλεως, την δε επομένην και την διανομήν καταγράψαντες εις σανίδα υποβάλλουν και αναρτώσιν εις το βουλευτήριον και αναφέρουν προς την βουλήν εάν τις γνωρίζη τινά αδικούντα κατά την διανομήν ή άρχοντα ή ιδιώτην και εκδίδουν γνωμοδοτήσεις, εάν τις φαίνεται εις αυτούς ότι αδικεί εις τι.

Εκλέγουσι δε διά κλήρου εκ του σώματος αυτών οι βουλευταί και δέκα λογιστάς, οι οποίοι θα κάμουν με τας αρχάς τους λογαριασμούς κάθε πρυτανείας. Επίσης δε διά κλήρου εκλέγουν ευθύνους (211) ένα από κάθε φυλήν και δύο παρέδρους δι' έκαστον εκ των ευθύνων, εις τους οποίους είναι υποχρέωσις να συνεδριάζωσι διά τας μηνύσεις (212) (καθένας των ευθύνων ομού μετά των δύο παρέδρων) διά κάθε φυλήν χωριστά ενώπιον του επωνύμου άρχοντος και εάν κανείς θέλη να προσκαλέση κανένα εις λογοδοσίαν είτε ιδιωτικής είτε δημοσίας διαχειρίσεως, εντός τριών ημερών αφ' ότου έδωκε λογοδοσίαν, γράψας εις πίνακα ασπρισμένον το όνομα και το ιδικόν του και το του μηνυομένου και το αδίκημα διά το οποίον καταγγέλλει και καθορίσας υπ' ευθύνην του το πληρωτέον ποσόν, εγχειρίζει (τον πίνακα) εις τον εύθυνον. Ούτος δε λαβών αυτόν και αναγνώσας, αν αποδεχθή την μήνυσιν, παραδίδει τας μεν ιδιωτικάς υποθέσεις εις τους δικαστάς κάθε δήμου αναλόγως με την φυλήν εις την οποίαν ανήκουσιν οι μηνυόμενοι, τας δε υποθέσεις του Δημοσίου αναφέρει γραπτώς εις τους θεσμοθέτας. Οι δε θεσμοθέται, εφ' όσον ήθελον παραλάβη τοιουτοτρόπως, εισάγουσιν επίσης και την υπόθεσιν αυτήν λογοδοσίας (213) εις το δικαστήριον, ό,τι δε αποφασίσουν οι δικασταί, τούτο είναι τελεσίδικον (214) .

Κάμνει δε επιθεώρησιν (215) και των ίππων η βουλή και, αν μεν κανείς πλούσιος ων καλόν ίππον φαίνεται να συντηρή κακώς, εις αυτόν επιβάλλει ως πρόστιμον την εξ ιδίων παρ' άλλου συντήρησιν (216) (του ίππου)· εις δε τους ίππους, οι οποίοι δεν ημπορούν να τρέχουν και δεν είναι ικανοί να μένουν εις παράταξιν, αλλά φεύγουν (217) , χαράσσουν σφραγίδα επί της γνάθου και ο υποστάς το σφράγισμα τούτο ίππος δεν είναι μάχιμος (218). Εξετάζει δε και τους προδρόμους ίππους (219) , ποίοι δηλαδή φαίνονται να είναι ικανοί να προπορεύωνται και αν κανένα εξ αυτών ψηφίση ως ανίκανον, υποβιβάζεται ούτος. Επιθεωρεί δε και τους βοηθούς ιππείς (220) και όποιον ήθελε καταψηφίση, αυτός παύει να μισθοδοτήται· τους ιππείς δε καταγράφουν εις τον κατάλογον οι καταλογείς, ήτοι δέκα άνδρες, εκείνοι τους οποίους ο δήμος ήθελε διά χειροτονίας ορίση· όσους δε αυτοί εγγράφουν εις τον κατάλογον τους παραδίδουν εις τους ιππάρχους και εις τους φυλάρχους, ούτοι δε παραλαβόντες τον κατάλογον τον υποβάλλουν εις την βουλήν, και (οι της βουλής) ανοίξαντες τον πίνακα, εις των οποίον είναι γραμμένα τα ονόματα των ιππέων, εκείνους μεν εκ των πρότερον εις αυτόν γραμμένων, οι οποίοι ενόρκως βεβαιώνουν ότι δεν είναι κατά το σώμα δυνατοί να ιππεύουν, τους σβύνουν από τον πίνακα, τους δε περιληφθέντας εις τον νέον κατάλογον προσκαλούσι και, αν μεν κανείς απ' αυτούς ενόρκως βεβαιώση ότι δεν δύναται είτε διά σωματικούς είτε διά περιουσιακούς λόγους να είναι ιππεύς, απαλάττουν αυτόν, δι' όποιον δε ουχί ενόρκως βεβαιώση αδυναμίαν ψηφίζουν διά χειροτονίας οι βουλευταί, ποίον εκ των δύο, είναι ικανός να ιππεύη ή όχι· και αν μεν τον ψηφίσουν ικανόν, εγγράφουν αυτόν εις τον πίνακα, ειδεμή, και αυτόν απαλάττουν.

Έκρινε δε άλλοτε η βουλή και τας προμηθείας τας αναγομένας εις τον πέπλον (221) της Αθηνάς, τώρα δε αποφαίνεται δι' αυτάς το δικαστήριον, όποιον ήθελε τύχη· διότι επιστεύθη ότι αυτοί (οι βουλευταί) εχαρίζοντο εις τας αποφάσεις των. Και διά την διακόσμησιν των Νικών (222) και διά τα βραβεία τα παρεχόμενα εις την εορτήν των Παναθηναίων έχει μαζί με τον ταμίαν των στρατιωτικών την επιμέλειαν η βουλή.

Κάμνει δε και επιθεώρησιν των ανικάνων η βουλή· διότι υπάρχει νόμος ο οποίος ορίζει ότι, τους έχοντας περιουσίαν μικροτέραν των τριών μνων και έχοντας σωματικάς βλάβας, ώστε να μη δύνανται να κάμνουν κανέν έργον, τους εξετάζει μεν η βουλή, δίδει δε εκ του δημοσίου ταμείου διά τροφήν δύο οβολούς την ημέραν εις καθένα. Και ταμίας διά κλήρου εκλεγόμενος υπάρχει δι' αυτούς.

Μετέχει δε (η βουλή) της διοικήσεως και των άλλων δημοσίων διαχειρίσεων κατά τα πλείστα δυνατόν ειπείν.

Τα μεν λοιπόν υπαγόμενα εις την δικαιοδοσίαν της βουλής είναι ταύτα.

147.Φρουρών εις την Ακρόπολιν.
148.«Εφ' ων συνέβη και τας διαλύσεις γενέσθαι».
149.Το 403 Π. Χ.
150.«Εξοικείν».
151.«Επιτίμους όντας και κυρίους και αυτοκράτορας».
152.Οι Κήρυκες και οι Ευμολπίδαι ήσαν δύο παλαιοτάτης ευγενείας οικογένειαι της Αττικής. Απ' αυτάς κληρονομικώς απηρτίζετο το ιερατείον της Ελευσίνος, ήτοι των ναών της Δήμητρος και της Περσεφόνης. Οι Ευμολπίδαι μάλιστα φέρονται απόγονοι του βασιλέως της Ελευσίνος Ευμόλπου, ο οποίος επολέμησε με τον Ερεχθέα, τον πρώτον βασιλέα των Αθηνών.
153.Το συμμαχικόν ταμείον ήτο πλέον το εμπιστευμένον εις τους Λακεδαιμονίους και υπ' αυτών χρησιμοποιούμενον, εις το οποίον οι Αθηναίοι μετά την άλωσιν της πόλεως υπό του Λυσάνδρου υπεχρεώθησαν να συνεισφέρουν.
154.«Τοις τα τιμήματα παρεχομένοις».
155.«Αφείλε τας υπολοίπους ημέρας της απογραφής», ήτοι εσυντόμευσε την προθεσμίαν των δηλώσεων.
156.«Γραψάμενος το ψήφισμα το Θρασυβούλου παρανόμων». Η φράσις συνήθως δικονομική του Αττικού Δικαίου.
157.«Την χώραν ανάδαστον ποιούσιν»· ήτοι κάμνουν νέαν διανομήν της κτηματικής περιουσίας.
158.Ο Αριστοτέλης αριθμεί τόσα πολιτεύματα υπάρξαντα εις τας Αθήνας, όσαι έγιναν πολιτικαί μεταβολαί. Την «εξ αρχής» ούσαν κατάστασιν δεν λογίζει ως πολίτευμα.
159.«Μετά δε ταύτην η επί Δράκοντος εν η και νόμους ανέγραψαν πρώτον». Η φράσις φαίνεται παρέμβλητος.
160.«Αι της βουλής κρίσεις εις τον δήμον εληλύθασιν».
161.«Προς την επικύρωσιν της χειροτονίας». Η φράσις είναι όρος νομικός του Αττικού συνταγματικού δικαίου.
162.Ο ξένος αυτός γενόμενος στρατηγός των Αθηναίων και παρασχών πολλάς ωφελείας εις την πόλιν έλαβε το δικαίωμα του πολίτου. Πρβλ. Πλάτωνος Ίων c. 12 σελ. 541.
163.Από του κεφαλαίου τούτον αρχίζει η περιγραφή του οργανισμού της Αθηναίων Πολιτείας, ήτοι λεπτομερής ανάπτυξις του συνταγματικού, του διοικητικού και εν μέρει του αστικού Αττικού δικαίου.
164.«Αποψηφίσωνται».
165.«Εφίησιν».
166.«Αν δε νικήση».
167.«Δοκιμάζει τους εγγραφέντας η βουλή». Ο όρος είναι νομικός, όπως και οι ανωτέρω και πολλοί των παραθετομένων κατόπιν. Γίνεται δε η εν υποσημειώσει παράθεσις διά να δοθή εις τον αναγνώστην ιδέα της νομικής φρασεολογίας του Αττικού δικαίου.
168.«Ζημιοί».
169.«Τρεις εκ των φυλετών».
170.«.. και κοσμητήν [εκ των άλλων Αθηναίων] επί πάντων». Η φράσις εκ των άλλων Αθηναίων είναι προδήλως παρέμβλητος, έχει δε και τεθή ως γλώσσα εις το περιθώριον του αρχικού κειμένου, πιθανώς γενομένη υπό αντιγραφέως θέλοντος να εξηγήση το επί πάντων. Το δε «επί πάντων» σημαίνει επί των εφήβων όλων των φυλών.
171.«Πρώτον μεν τα ιερά περιήλθον».
172.Πολεμικόν μηχάνημα με νευράν, διά του οποίου ερρίπτοντο βέλη και δόρατα.
173.«Εκκλησίας γενομένης»· η μετοχή είναι και χρονική και τροπική.
174.«Αποδειξάμενοι τω δήμω τα περί τας τάξεις».
175.«Δίκην ούτε διδόασιν ούτε λαμβάνουσι».
176.Προεδρείαν.
177.«Εν η δει τας αρχάς επιχειροτονείν, ει δοκούσι καλώς άρχειν».
178.«Τας εισαγγελίας». Κάθε πολίτης Αθηναίος είχε δικαίωμα να καταγγείλη οιονδήποτε είτε άρχοντα είτε ιδιώτην προ της εκκλησίας ως επιβουλευόμενον την πολιτείαν. Τούτο δε ελέγετο εισαγγελία.
179.«Τας απογραφάς των δημευομένων αναγινώσκειν». Μεταξύ των ποινών διά πολιτικά εγκλήματα ήτο και η επιβολή προστίμου μεγάλου, συνεπεία του οποίου εδημεύετο η περιουσία του καταδικαζομένσυ, ως και διά καθυστέρησιν άλλης τινός προς το Δημόσιον οφειλής.
180.«Τας λήξεις των κλήρων και επικλήρων». Η φράσις δικονομική του Αττ. δικαίου. Επίκληροι ελέγοντο γυναίκες ανύπανδροι κληρονόμοι περιουσίας, διά την διαχείρισιν της οποίας διωρίζοντο κατά συγγένειαν είτε διά δικαστικής αποφάσεως αντιλήπτορες.
181.«Όπως μηδένα λάθη μηδέν έρημον γενόμενον».
182.«Και περί της οστρακοφορίας επιχειροτονίαν διδόασιν». Οι θεωρούμενοι επικίνδυνοι εις το δημοκρατικόν πολίτευμα ήτο δυνατόν να καταδικασθώσι διά γενικής του λαού δι' οστράκων ψηφοφορίας εις εξορίαν (εξοστρακισμόν). Περί του αν πρέπη ή όχι να γίνη τοιαύτη ψηφοφορία προαπεφάσιζεν η εκκλησία του δήμου.
183.«Και συκοφαντών προβολάς».
184.Ήτοι διά τρεις Αθηναίους συκοφάντας και τρεις μετοίκους.
185.«Θεις ο βουλόμενος ικετηρίαν ων αν βούληται και ιδίων και δημοσίων προς τον δήμον διαλέξηται». Τίθημι ικετηρίαν· νομική φράσις αντίστοιχος με το «υποβάλλω αίτησιν».
186.φέρει το αρχικόν κείμενον. Υπάρχουσιν οι διορθώσαντες τέσσαρα δι' οσίων. Προτιμοτέρα όμως διόρθωσις και τυπικώς και εκ της εννοίας είναι: «τρία δ' οσίων».
187.«Άνευ προχειροτονίας». Πρβλ. Αρποκρατ. και Δημοσθ. κατά Τιμοκράτους, 12 και Αισχ. κατά Τιμάρχου, 23.
188.Πριν δηλαδή παρουσιασθούν ενώπιον της εκκλησίας του λαού.
189.Ήτοι απεσταλμένοι εξ άλλων πόλεων φέροντες εγγράφους ανακοινώσεις, προτάσεις, αιτήσεις κλπ. προς την πόλιν των Αθηνών.
190.«Έστι δ' επιστάτης των πρυτάνεων».
191.«Εφ' ων αν ευσημία γένηται».
192.«Προβούλευμα».
193.«Ζημιώσαι και δήσαι και αποκτείναι».
194.«Άνευ δικαστηρίου γνώσεως».
195.«Απέφυγεν»· νομ. λέξις.
196.Τύπανον = τύμπανον Λατιν. typanum. Ελέγετο ούτω και το εδώλιον επί του οποίου εκάθητο ο κατάδικος διά να υποστή την θανατικήν ποινήν.
197.«Τούτο κύριον είναι». Η φράσις νομική.
198.«Δοκιμάζει δε» λέξις νομική.
199.«Τούτων μεν ουν άκυρός εστιν η βουλή».
200.«Προβουλεύει δε».
201.«Κατ' αυτά γαρ ταύτα ένοχός εστιν, ο νικήσας γραφή παρανόμων». Η τοιαύτη καταγγελία γραφής παρανόμων ήτο συνηθεστάτη.
202.Με τρεις ή τέσσαρας σειράς κωπών.
203.«Νεωσοίκους», ήτοι αποθήκας, εντός των οποίων εφυλάσσοντο τα πλοία.
204.Τα αποτεθειμένα εις την Ακρόπολιν αγάλματα των Νικών ήσαν εκ χρυσού.
205.Πρόκειται ιδίως περί των μεταλλείων της Λαυρεωτικής. Εξ αυτών πιθανώς άλλα εξεμεταλλεύετο απ' ευθείας το Δημόσιον και το εξαγόμενον μετάλλευμα επώλει, άλλα δε, τα ολιγώτερον σημαντικά, εμίσθωνε προς εκμετάλλευσιν εις ιδιώτας διά τρία έτη. Άλλην εξήγησιν δίδει ο Reinach διαρρυθμίζων κριτικώς το κείμενον ως εξής: και τα πραθέντα μέταλλα [και τα χωρία τα] εργάσιμα, τα εις τρία έτη πεπραμένα και τα εις αεί συγκεχωρημένα».
206.«Συγκεχωρημένα τα εις.. έτη πεπραμένα». Ήτοι τα παραχωρούμενα (και επεξηγηματικώς) τα διά.. (πιθανώς ι' ήτοι 10) έτη μίσθούμενα. Άλλη ανάγνωσις φέρει: «τα συγκεχωσμένα» απιθάνως. Ίσως το συγχωρώ επί του προκειμένου ως νομικός όρος εσήμαινεν εκχώρησιν της εκμεταλλεύσεως ομού και της επιφανείας του εδάφους του μεταλλείου.
207.«Εις λελευκωμένα γραμματεία». Επί λευκασμένων δερμάτων συνήθως εγράφοντο οι φορολογικοί πίνακες, ελέγοντο δε γραμματεία. Οι παλαιότεροι τοιούτοι πίνακες ελευκαίνοντο και πάλιν.
208.Οι προσωπικοί και περιουσιακοί φόροι επληρώνοντο εις κάθε πρυτανείαν. Άλλαι δε τακτικαί εισφοραί των πολιτών κατεβάλλοντο τρεις φοράς το έτος. Και οφειλαί προς το Δημόσιον εκ μισθώσεων και άλλων ληψοδοσιών κατεβάλλοντο επί της ενάτης πρυτανείας, ήτοι ένα περίπου μήνα προ της λήξεως του διοικητικού και λογιστικού των Αθηναίων έτους.
209.«Των τεμενών».
210.«Αποδέκται» ή αποδεκταί, αντίστοιχον προς το ταμίαι εισπράξεως.
211.Ο εύθυνος και οι δύο πάρεδροι αυτού απετέλουν ούτω δικαστήριον κρίνον κατ' έφεσιν τας υποθέσεις διαχειρίσεως αλλοτρίων.
212.Το κείμενον φέρεται ελλιπές εις μίαν λέξιν ως εξής:. «οίς αναγκαίον εστι ταις α.. αις κατά τον επώνυμον της φυλής έκαστον καθείσθαι» κλπ. Την ελλείπουσαν λέξιν συμπληρώ εις α[ιτία]ις.
213.«Ταύτην την εύθυναν»..
214.«Τούτο κύριόν εστι».
215.«Δοκιμάζει δε και τους ίππους».
216.Από τους ίππους, οι οποίοι ευρίσκοντο εις τας Αθήνας, άλλοι ήσαν πολεμικοί και άλλοι αγοραίοι. Κάθε πολίτης της τάξεως των Ιππέων συνετήρει υποχρεωτικώς ένα πολεμικόν ίππον εξ ιδίων, παρείχε δηλαδή τα της συντηρήσεως αυτού εις τους ιπποκόμους. Αν ο ιπποκόμος κακώς συνετήρει τον ίππον, υφίστατο την ποινήν της με ιδικά του έξοδα ιπποκομίας. Οι κατά την επιθεώρησιν κρινόμενοι ως μη καλοί πολεμικοί ίπποι εσφραγίζοντο διά στίγματος.
217.«Ή μη θέλουσι μένειν, αλλ' ανάγουσι». Πρβλ. Αριστ. Ηθικά Νικομ. II, 6, 2: «η του ίππου αρετή ίππον τε σπουδαίον ποιεί και αγαθόν δραμείν και ενεγκείν τον επιβάτην και μείναι τους πολεμίους».
218.«Αδόκιμός εστι». Διά τον τρόπον σφραγίσεως των ίππων ίδε Ησυχίου: ίππου τροχός και τρυσίππιον.
219.«Δοκιμάζει δε και τους προδρόμους», ήτοι τους εις την παράταξιν και κατά την μάχην προπορευομένους οδηγούς ίππους.
220.«Τους αμίππους». Μαζί με τους ιππείς επήγαιναν και άλλοι πεζοί, οι οποίοι ήσαν γυμνασμένοι και να ιππεύουν και να μάχωνται έφιπποι, ως αντικαταστάται.
221.«Τα παραδείγματα, τα εις την πέπλον». Η σημασία της λέξεως παράδειγμα, η επί του προκειμένου, δεν εξακριβούται εξ άλλων χωρίων συγγραφέων. Εκ της όλης εννοίας όμως και εκ των σχετικών ιστορικών πληροφοριών περί της ετησίας εορτής των Παναθηναίων, ότε Αθηναίαι παρθένοι έφερον τον νέον πέπλον της Αθηνάς εις τον Παρθενώνα, εγίνετο δε διά τούτο πομπή και διακόσμησις, πιθανόν φαίνεται ότι «παραδείγματα» ελέγοντο τα προσχέδια διακοσμήσεως, την οποίαν εγκρινομένην εξετέλουν ιδιώται με δαπάνην του Δημοσίου.
222.«Και της ποιήσεως των Νικών». Τα εν τη Ακροπόλει χρυσά αγάλματα των Νικών εστολίζοντο κάθε εορτήν των Παναθηναίων.
Yaş sınırı:
12+
Litres'teki yayın tarihi:
13 ekim 2017
Hacim:
162 s. 4 illüstrasyon
Tercüman:
Telif hakkı:
Public Domain
Metin
Ortalama puan 4,1, 9 oylamaya göre
Metin PDF
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin PDF
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 5, 1 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 5, 2 oylamaya göre
Metin PDF
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin PDF
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin PDF
Ortalama puan 0, 0 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 5, 1 oylamaya göre
Ses
Ortalama puan 5, 1 oylamaya göre
Metin
Ortalama puan 4, 4 oylamaya göre