Sadece LitRes`te okuyun

Kitap dosya olarak indirilemez ancak uygulamamız üzerinden veya online olarak web sitemizden okunabilir.

Kitabı oku: «Ερυξίας, Αξίοχος, Αλκυών», sayfa 5

Yazı tipi:
Αξίοχος

Ούτως εχουσι ταύτα, ω Σώκρατες, και εγώ βέβαια από εκείνον τον καιρόν αρκετά ειργάσθην εις το βήμα και κανέν πράγμα δεν μου εφάνη πλέον ενοχλητικόν των πολιτικών. Και τούτο είναι φανερόν εις όσους ηκολούθησαν το έργον τούτο. Διότι συ μεν ομιλείς ούτω διότι από μακράν παρατηρείς, ημείς δε γνωρίζομεν ακριβέστερον διότι έχομεν πείραν. Διότι ο λαός, ω φίλε Σωκράτη, είναι αχάριστος, ευμετάβλητος, σκληρός, φθονερός, απαίδευτος, διότι είναι μαζευμένος εκ συμμίκτου όχλου και από βιαίους φλυάρους· εκείνος δε όστις αναμιγνύεται με τούτον είναι πολύ αθλιώτερος.

Σωκράτης

Όταν λοιπόν, ω Αξίοχε, την ελευθεριωτάτην επιστήμην θεωρείς απευκταιοτάτην των λοιπών, πώς θα εννοήσωμεν τα λοιπά επιτηδεύματα; Δεν πρέπει να τα αποφεύγωμεν; Ήκουσα δέ ποτε και τον Πρόδικον, όστις έλεγεν ότι ο θάνατος δεν υπάρχει ούτε περί τους ζώντας, ούτε περί τους αποθανόντας.

Αξίοχος

Πώς λέγεις, Σωκράτη;

Σωκράτης

Ναι, διότι περί τους ζώντας ο θάνατος δεν υπάρχει, οι δε αποθανόντες δεν υπάρχουσιν. Ώστε ούτε περί σε τώρα είναι, διότι δεν έχεις αποθάνει, ούτε και αν ήθελες πάθει τι, θα είναι περί σε, διότι συ δεν θα υπάρχης. Ματαία λοιπόν είναι η λύπη ώστε να λυπήται ο Αξίοχος δια το μήτε ον, μήτε μέλλον να είναι περί τον Αξίοχον, και ομοία είναι η λύπη, ως να ελυπείτο τις περί της Σκύλλας ή του Κενταύρου, πραγμάτων τα οποία μήτε είναι περί σε, μήτε ύστερον μετά τον θάνατον θα είναι. Διότι ο φόβος υπάρχει εις τα όντα, εις δε τα μη όντα πώς είναι δυνατόν να είναι;

Αξίοχος

Συ μεν από την συνειθισμένην τώρα φλυαρίαν έχεις είπει ταύτα τα σοφά· αλλ' η φλυαρολογία αύτη έχει διακοσμηθή διά τα μειράκια· εμέ δε λυπεί η στέρησις των καλών της ζωής, έστω και αν πλέον πειστικούς λόγους τούτων είπης, Σωκράτη. Διότι ο νους αποπλανώμενος από ευφράδεις λόγους δεν ακούει, ούτε τα λεγόμενα ταύτα προσεγγίζουσι την ουσίαν, αλλ' εις μεν επίδειξιν και λέξεων ωραιότητα συντελούσιν, υστερούσιν όμως της αληθείας, τα παθήματα δε δεν ανέχονται σοφίσματα, αλλ' αρκούνται εις μόνους τους δυναμένους να φθάσουν μέχρι της ψυχής λόγους.

Σωκράτης

Συνδέεις δηλαδή, ω Αξίοχε, ασκέπτως την στέρησιν των καλών με την αίσθησιν των κακών, λησμονών ότι θα έχεις αποθάνει. Διότι λυπεί εκείνον, όστις στερείται των καλών, η αντικατάστασις τούτων διά των κακών, αλλ' ο μη υπάρχων ούτε την στέρησιν εννοεί· πώς λοιπόν θα επέλθη λύπη εις εκείνον όστις δεν θα λάβη γνώσιν της λύπης; Διότι εξ αρχής, ω Αξίοχε, τρόπον τινά μη μετά των άλλων αισθήσεων λαμβάνων υπ' όψιν μίαν αίσθησιν, ποτέ δεν ημπορείς να φοβηθής τον θάνατον· τώρα δε αδικείς τον εαυτόν σου φοβούμενος ότι θα στερηθής την ψυχήν. Εις δε την στέρησιν θέτεις και την στέρησιν της ψυχής και φοβείσαι μεν ότι δεν θα αισθάνεσαι, φαντάζεσαι δε ότι θα εννοήσης με αίσθησιν μίαν αίσθησιν ήτις δεν θα υπάρξη. Πλην του ότι είναι πολλοί και ωραίοι λόγοι περί της αθανασίας της ψυχής (διότι η ψυχή δεν είναι βέβαια φύσις θνητή) τόσα μεγάλα κατορθώματα διέπραξεν, ώστε κατεφρόνησε βίας μεγάλων θηρίων, διέπλευσε πελάγη, ωκοδόμησε πόλεις, ίδρυσε πολιτεύματα, ανέβλεψε δε εις τον ουρανόν και είδε τους κύκλους των άστρων και δρόμους ηλίου και σελήνης εκλείψεις και ταχείας επαναφοράς και ισημερίας και διττάς τροπάς χειμώνος και θέρους και ανατολάς και δύσεις πλειάδων και ανέμους και βροχάς και μεγάλα κτυπήματα κεραυνών και την σύνδεσιν των παθημάτων του κόσμου με τον αιώνα. Ταύτα βεβαίως δεν ήθελε κατορθώσει αν δεν ενυπήρχεν όντως θείον πνεύμα εις την ψυχήν, διά του οποίου να έχη των μεγάλων τούτων την οξύνοιαν και την γνώσιν.

Ώστε όχι εις θάνατον αλλ' εις αθανασίαν θα περιέλθης, ω Αξίοχε, ούτε θα στερηθής των καλών, αλλά θα έχης ειλικρινεστέραν απόλαυσιν, ούτε θα έχης αναμεμιγμένας με θνητόν σώμα τας ηδονάς, αλλ' αμιγείς όλων των λυπών. Διότι προς τα εκεί θα υπάγης απομονωθείς ταύτης της ειρκτής, εκεί όπου όλα είναι χωρίς πόνους και στεναγμούς και αγήρατα, βίος δε ήσυχος και χωρίς κακά, ευτυχών εις ησυχίαν ασάλευτον και πανταχόθεν θεωρών την φύσιν, φιλοσοφών όχι προς όχλον και προς θέατρον, αλλά προς μίαν γνησίαν αλήθειαν.

Αξίοχος

Με τον λόγον με έφερες εις εναντίας σκέψεις· δεν υπάρχει πλέον εις εμέ φόβος θανάτου, αλλά μάλιστα και επιθυμία, ίνα κατά τι και εγώ μιμηθείς τους ρήτορας περιττολογήσω. Συνήλθον από την ασθένειαν και έγινα νέος άνθρωπος.

Σωκράτης

Εάν δε θέλης και άλλον λόγον να ακούσης τον οποίον είπεν εις εμέ ο Γωβρύας, σου λέγω ότι είπεν, ότι κατά την διάβασιν του Ξέρξου ο πάππος και ομώνυμος αυτού απεστάλη εις Δήλον όπως επιτηρήση την νήσον εις την οποίαν εγεννήθησαν οι δύο θεοί, και έκ τινων χαλκίνων πινάκων τους οποίους από τους Υπερβορείους έφεραν ο Ώπις και η Εκαέργη, επληροφορήθη ακριβώς ότι μετά την διάλυσιν του σώματος η ψυχή μεταβαίνει εις άδηλον τόπον, εις υπόγειον κατοικίαν εις την οποίαν υπάρχουν τα ανάκτορα του Πλούτωνος όχι κατώτερα από την αυλήν του Διός, διότι η μεν γη κατέχει το μέσον του κόσμου, ο δε πόλος είναι σφαιροειδής, του οποίου το έτερον ημισφαίριον έλαχεν εις τους ουρανίους θεούς, το έτερον δε εις τους υποχθονίους. Ούτοι δε είναι οι μεν αδελφοί, οι δε παίδες αδελφών. Τα προπύλαια της εις τον Πλούτωνα οδού είναι περικλεισμένα με σιδηρά κλείθρα και κλείδας· αφού δε ταύτα ανοίξωσι, δέχεται ο ποταμός Αχέρων, μετά τον οποίον ο Κωκυτός, τους οποίους πρέπει αφού διέλθη τις διά πλοιαρίου, να οδηγηθή εις τον Μίνω και Ραδάμανθυν. Η κατοικία αύτη ονομάζεται πεδιάς της αληθείας.

Εδώ κάθηνται δικασταί οι οποίοι ανακρίνουσιν έκαστον από τους ερχομένους, ποίον βίον έκαστος έζησε και με ποία επιτηδεύματα ησχολήθη. Και να ψευσθή μεν είναι αδύνατον. Όσοι δε λοιπόν κατά το διάστημα της ζωής ηυνοήθησαν υπό καλής τύχης, ούτοι τοποθετούνται εις τον χώρον των ευσεβών, όπου αφθονούσι παντός είδους καρποί και όπου τρέχουσι πηγαί καθαρών υδάτων, υπάρχουσι δε παντός είδους λειμώνες με άνθη ποικίλα και κατοικίαι φιλοσόφων και θέατρα ποιητών και χοροί κύκλιοι και μουσικά ακούσματα και συμπόσια με ωραίας μελωδίας και ευωχίαι δωρεάν και απουσία λύπης και βίος γλυκύς· διότι ούτε ψύχος πολύ, ούτε ζέστη υπάρχει, αλλά συγκερασμένος αήρ διασκορπίζεται, αναμεμιγμένος με απαλάς ακτίνας ηλίου· εδώ εις τους μεμυημένους υπάρχει πρωτοκαθεδρία τις· και τας θρησκευτικάς τελετάς αυτοί εκεί συντελούσι. Πώς λοιπόν συ πρώτος δεν θα έχης μέρος εις τας τιμάς, αφού είσαι εκ του αυτού γένους των θεών; Όσοι δε διήλθον τον βίον διά κακουργημάτων οδηγούνται εις το σκότος και το χάος των Ερινύων διά του ταρτάρου, όπου είναι ο τόπος των ασεβών και αι μη πληρούμεναι ποτέ υδρίαι των Δαναΐδων και η δίψα του Ταντάλου και τα σπλάγχνα του Τιτυού και η μη δυναμένη να φθάση εις το τέρμα πέτρα του Σισύφου, όπου από θηρία ξηρογλειφόμενοι και από λαμπάδας επιμόνως θερμαινόμενοι και με πάσαν κακήν μεταχείρισιν βασανιζόμενοι με αιωνίους τιμωρίας κατατυραννούνται.

Ταύτα μεν εγώ ήκουσα από τον Γωβρύαν, συ δε, ω Αξίοχε, ημπορείς να κρίνης. Διότι εγώ τούτο μόνον αληθώς γνωρίζω, ότι η ψυχή είναι αθάνανος, μετατεθείσα δε από τούτου του τόπου είναι και άλυπος· ώστε ή κάτω ή άνω πρέπει συ, ω Αξίοχε, να είσαι ευδαίμων, αφού έχεις διέλθει τον βίον σου ευσεβώς.

Αξίοχος

Εντρέπομαι, Σωκράτη, να σου είπω τι· τόσον απέχω από τον φόβον του θανάτου, ώστε τώρα και να αγαπώ αυτόν. Τόσον εμέ και ούτος ο λόγος καθώς και ο ουράνιος με έχει πείσει και τώρα περιφρονώ την ζωήν, επειδή θα μεταβώ εις ανωτέραν κατοικίαν. Τώρα δε ησύχως θα σκεφθώ πάλιν τα λεχθέντα· μετά μεσημβρίαν δε θα σε ίδω βέβαια, Σωκράτη, κοντά μου.

Σωκράτης

Θα κάμω όπως λέγεις, θα επανέλθω δε εις το Κυνόσαργες όπως περιπατήσω εκεί από όπου εδώ προσεκλήθην.

ΑΛΚΥΩΝ 2
(Ή περί μεταμορφώσεως)

ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΟΥ
ΧΑΙΡΕΦΩΝ
ΣΩΚΡΑΤΗΣ
Χαιρεφών

Ποιά φωνή μας ήλθεν, Σωκράτη, μακρυά από τα ακρογιάλια, εις εκείνο το ακρωτήριον; Πόσον ώμορφη είναι να την ακούη κανείς. Ποίον ζώον τάχα να είναι; Διότι είναι άφωνα, καθώς είναι γνωστόν, όσα ζουν εις το νερό.

Σωκράτης

Είναι κάποιο θαλασσινό πουλί, Χαιρεφών, που το ονομάζουν αλκυόνα, πολύθρηνον και πολύδακρυ, διά το οποίον κάποιος παλαιός θρυλείται μύθος μεταξύ των ανθρώπων. Λέγουν, πως κάποτε ήτο γυναίκα, κόρη του Αιόλου του Έλληνος, και ότι εθρηνούσεν από πολλήν αγάπην τον νεαρόν της άνδρα, που απέθανε, τον Κήυκα τον Τραχίνον, τον υιόν του Εωσφόρου του αστέρος, ώμορφο παιδί ωραίου πατέρα. Έπειτα δε πως έγεινε πτερωτή από κάποιαν θείαν θέλησιν και ότι παρόμοια με πουλί πετά επάνω από τα πελάγη, αποζητούσα εκείνον, που και αν σε όλην την γην επλανήθη, δεν ημπόρεσε να τον εύρη.

Χαιρεφών

Αυτό, διά το οποίον μου ομιλείς, είναι η αλκυών; Ποτέ ως τώρα δεν είχα ακούση την φωνήν της· αλλά σαν κάτι ξένον πραγματικά την άκουσα. Αληθινά, πόσον θρηνητικήν αφήνει φωνήν. Τίνος μεγέθους τάχα να είναι, Σωκράτη;

Σωκράτης

Όχι μεγάλου. Μεγάλην όμως διά την αγάπην προς τον άνδρα της έλαβεν από τους θεούς τιμήν, διότι κατά την εποχήν, που κλωσίζουν, συμπίπτουν και αι αλκυονίδες ημέραι, που μέσα εις τον χειμώνα είναι παρόμοιαι με καλοκαιρινάς. Τέτοια ημέρα είναι και η σημερινή περισσότερον από κάθε άλλην. Δεν βλέπεις πόσον καθαρός είναι ο ουρανός, ατάραχη δε και γαλήνιος, ωσάν καθρέπτης, όλη η θάλασσα ;

Χαιρεφών

Έχεις δίκαιον· φαίνεται αλήθεια, ότι είναι αλκυονίς η σημερινή ημέρα, καθώς και η χθεσινή. Αλλά, μα τους θεούς, πώς πρέπει να πεισθή κανείς δι' όσα είπομεν εις την αρχήν, Σωκράτη, ότι κάποτε από πουλιά έγειναν γυναίκες ή από γυναίκες πουλιά; Γιατί αυτά τα πράγματα μου φαίνονται περισσότερον από κάθε τι άλλο αδύνατα.

Σωκράτης

Νομίζω, φίλε Χαιρεφών, ότι των δυνατών και αδυνάτων καθόλου δεν είμεθα αλάθητοι κριταί, διότι τα εξετάζομεν με την ανθρωπίνην δύναμιν, η οποία είναι άγνωστος, επισφαλής και αόρατος. Πολλά λοιπόν φαίνονται εις ημάς και από όσα ημπορούν να ευρεθούν δυσεύρετα και από όσα ημπορούν να γείνουν αδύνατα, συχνά ένεκα απειρίας, άλλοτε πάλιν ένεκα του ατελούς μας νου· διότι πραγματικά φαίνεται ότι ατελή έχει νουν ο άνθρωπος και ο γεροντότερος ακόμη, αφού βέβαια πολύ μικρά και σύντομος είναι η ζωή σχετικώς προς την αιωνιότητα. Τι δε, καλέ μου, τάχα τι θα ημπορούσαν να ειπούν εκείνοι αι οποίοι αγνοούν τας δυνάμεις των δαιμόνων και των θεών και εν γένει όλης της φύσεως, ότι είναι δυνατόν ή αδύνατον κάτι τι από τα τοιαύτα; θυμάσαι, Χαιρεφών, προ τριών ημερών, τι μεγάλη που ήτον κακοκαιρία· και θα φοβηθή βέβαια κανείς, αν θυμηθή τας αστραπάς εκείνας και τας βροντάς, και τους δυνατούς ανέμους. Ενόμιζε κανείς ότι όλος ο κόσμος την στιγμήν εκείνην θα χαλούσε.

Ύστερα δε από λίγο μία θαυμαστή καλοκαιρία απλώθηκε, που έμεινεν ως τώρα. Τι τάχα νομίζεις, ότι είναι σπουδαιότερον και περισσότερον κοπιώδες, σε τέτοιαν καλοκαιρίαν αυτήν την ακατανίκητον τρικυμίαν να μεταβάλη κανείς και γαλήνιον να καταστήση ολόκληρον την πλάσιν, ή να μεταπλάση μίαν γυναίκα εις πουλί; Διότι, αφού αυτό είναι εύκολον και εις τα μικρά παιδάκια, που γνωρίζουν να πλάττουν και όταν πάρουν λάσπην ή κερί εύκολα πολλάκις τον ίδιον όγκον μετασχηματίζουν εις διαφόρους μορφάς, εις το θείον, του οποίου η μεγάλη υπεροχή ούτε συγκρίνεται με τας ιδικάς μας δυνάμεις, δεν είναι τάχα πάρα πολύ εύκολον; Μπορείς να μου πης ολόκληρον τον ουρανόν, πόσον νομίζεις από σε μεγαλύτερον ;

Χαιρεφών

Ποίος από τους ανθρώπους, Σωκράτη, θα ηδύνατο να εννοήση ή να ονομάση κάτι απ' αυτά πράγματα; Ούτε να τα εξιστορήση καν μπορεί.

Σωκράτης

Δεν βλέπομεν αλήθεια και όταν συγκρίνωμεν τους ανθρώπους προς αλλήλους, ότι υπάρχουν κάποιαι μεγάλαι διαφοραί μεταξύ των δυνάμεων και αδυναμιών των. Διότι η ηλικία των ανδρών σχετικώς προς τα πέντε ή δέκα ημερών βρέφη μεγάλην παρουσιάζει διαφοράν δυνάμεως και αδυναμίας εις πάσας σχεδόν τας πράξεις του βίου και εις όσας διά των τόσον πολυμηχάνων τεχνών και διά του σώματος και των νοητικών δυνάμεων φέρουν εις πέρας, γιατί αυτά, καθώς είπον, ούτε από τον νουν των μικρών παιδιών είναι δυνατόν να περάσουν.

2.Μετάφρασις υπό Α. Λιμπεροπούλου.